Βίκος - Πάπιγκο και πηγές Βοιδομάτη (Αύγουστος 2016)
Αναχώρηση από Τζούρτζια στις 8.10 με προορισμό τα Δυτικά Ζαγόρια και συγκεκριμένα τον Βίκο. Ανεβαίνουμε από Χαλίκι, βγαίνουμε στον αυχένα του Μάντρα Χότζα, κατεβαίνουμε στο Ανήλιο και στις 9.25 μπαίνουμε στην Εγνατία. Στις 9.50 και μετά από 13 σήραγγες φτάνουμε στον περιφερειακό των Ιωαννίνων (υποκλίνομαι ξανά και ξανά σε αυτούς που σχεδίασαν αυτόν τον υπέροχο δρόμο). Μετά από τρείς ώρες συνολικά, παρκάρουμε στον Βίκο στις 11.10 και να οι πολυφωτογραφημένοι και εξαιρετικά φωτογενείς πέντε πύργοι της Αστράκας (όρος Γκαμήλα ή Τύμφη).
Στόχος μας είναι να κατέβουμε στη χαράδρα του Βίκου και να δούμε από κοντά τις πηγές του Βοιδομάτη, χρόνια διαβάζουμε να τον αποκαλούν το καθαρότερο ποτάμι της Ευρώπης, το πιο παγωμένο, το πιο διαυγές κλπ κλπ.
Κατεβαίνοντας το λιθόστρωτο καλντερίμι η ομορφιά της χαράδρας ξετυλίγεται μπροστά μας.
Μετά από περίπου σαράντα λεπτά πεζοπορίας φτάνουμε στο πλάτωμα με το εκκλησάκι της Παναγίας.
Και ναι, επιβεβαιώνουμε είναι τα πιο διαυγή, τα πιο παγωμένα νερά!
Η ανάβαση προβλέπεται ζόρικη, σχεδόν 260μ υψομετρική διαφορά το καταμεσήμερο στα Ζαγόρια, σε μονοπάτι χωρίς σκιά, χωρίς πηγές, θέλει κουράγιο. Η κούραση βέβαια ξεχνιέται με το τελευταίο ανηφορικό βήμα, μετά μένει μόνο η απόλαυση των εικόνων, των ήχων, των μυρωδιών και η αίσθηση ότι κάτι είδαμε και σήμερα.
Συνέχεια στην πλατεία του χωριού με την υπέροχη εκκλησία, ένα - δυο μαγαζάκια και άκρα του τάφου σιωπή, αναπόφευκτη η σύγκριση με τα βλαχοχώρια του Ασπροποτάμου, που αυτές τις μέρες σφύζουν από ζωή, τόσο που μερικές φορές μονολογείς ότι αποζητάς την ησυχία του φθινοπώρου.
Συνεχίζουμε προς Πάπιγκο, με μια στάση στο ρέμα του Ρογκοβού με τις διάσημες οβίρες:
Κολυμπήθρες ελληνιστί, αβίρου βλαχιστί.
Μια μοναδική ρεματιά με τα λεία βράχια σμιλεμένα από τη δύναμη του νερού να φτιάχνουν μαιάνδρους, λιμνούλες, καταρράκτες,
Δυο πόρτες κλείνουν τις πιο μεγάλες λίμνες και τις μετατρέπουν στις πιο όμορφες φυσικές πισίνες.
Και φτάνουμε στο Μικρό Πάπιγκο, ένα υπέροχο στολίδι στη ράχη του βουνού, με την ηπειρώτικη αρχιτεκτονική στο ζενίθ, με την καλλιτεχνία του ηπειρώτη να ανταγωνίζεται την καλλιτεχνία της φύσης.
Επανέρχομαι όμως, τι κρίμα τόσο όμορφα χωριά και να έχουν μόνο ξενώνες και τουρίστες, πόσο λείπουν τα σπίτια με τις μπουγάδες και τις μυρωδιές του μεσημεριανού, πόσο λείπουν τα παιδιά, η νεολαία, οι παππούδες. Τυχερή Τζούρτζια, τυχερέ Ασπροπόταμε, μπορεί να ερημώνουν τα βλαχοχώρια μας τον υπόλοιπο χρόνο, αλλά το καλοκαίρι είναι κατάφορτα.
Και ένας τοίχος μόνος, με τα παράθυρα να έχουν πίσω ουρανό. Πόσο κρίμα τέτοια κτίρια να χάνοναι, τι ιστορίες άραγε κρύβουν, ξεκληρισμένες οικογένειες, διχόνοιες, αδιαφορία;
Κλείνουμε με την πινακίδα των μονοπατιών, πρόσκληση για επιστροφή, γιατί τα όμορφα μέρη πρέπει κανείς να τα γεύεται με δόσεις για να τα χορταίνει περισσότερο.
Στο επανιδείν λοιπόν!