Πριν από μερικούς μήνες εγκαινιάστηκε μέρος του αυτοκινητόδρομου Κεντρικής Ελλάδος, αυτό που λέγαμε παλιά Ε65 (σύνδεση Λαμίας – Καρδίτσας – Τρικάλων – Εγνατίας), από το ύψος της Ξινιάδας στον Δομοκό μέχρι τα Τρίκαλα, δρόμος που αδημονούσαμε να κατασκευαστεί για να ταξιδεύουμε με ασφάλεια και ταχύτητα. Και όντως, από τα πρώτα χιλιόμετρα φάνηκε ότι είναι ένας σύγχρονος, άνετος και ασφαλής αυτοκινητόδρομος με νέα χάραξη που ουσιαστικά ακολουθεί την σιδηροδρομική γραμμή και παρακάμπτει τις στροφές του Δομοκού και όλα τα χωριά και τις πόλεις της Δ. Θεσσαλίας.
Καθώς τα χιλιόμετρα κυλούν αβίαστα, το μάτι ανιχνεύει το
τοπίο, τα μέρη άγνωστα, η γεωγραφία μη αναγνωρίσιμη, χωρίς το gps
δεν μπορούμε να καταλάβουμε πού
βρισκόμαστε, η διαδρομή μονότονη και χωρίς κάτι που να μας κινεί το
ενδιαφέρον.
Αντιθέτως, νιώθουμε έντονα ότι οδηγούμε σε μια άλλη Θεσσαλία, μακριά
από
τα οικεία μέρη, μια Θεσσαλία που δείχνει ακατοίκητη. Κάπως έτσι βέβαια
είναι η σωστή χάραξη ενός νέου αυτοκινητόδρομου, παρακάμπτοντας
πόλεις και
χωριά, αλλά
μια νοσταλγία αρχίζει να μας κυριεύει για τα μέρη που δεν θα ξαναδούμε.
Και με έναυσμα αυτό το συναίσθημα, ξεδιπλώνονται εικόνες από
άλλα καλοκαίρια, πολλά χρόνια πίσω, τότε που το ταξίδι για το χωριό ξεκίναγε
αργά το βράδυ του Σαββάτου για να φτάσουμε στην Τζούρτζια την άλλη μέρα το
μεσημέρι. Θυμηθήκαμε την μυρωδιά των καμένων χωραφιών στον κάμπο της Βοιωτίας,
τον καφέ και τους κουραμπιέδες στην πλατεία Λαού στην Λαμία, την απαραίτητη
στάση στον Βραχμάν Αγά στην Αγία Αικατερίνη, τα εκατοντάδες εικονοστάσια στις
στροφές του Δομοκού που τα μετρούσαμε ένα προς ένα, το Ν. Μοναστήρι με το τραγικό
δυστύχημα των Τζουρτζιωτών που γύριζαν από αρραβώνα και διαμελίστηκαν από
διερχόμενο τρένο, το Αρτεσιανό με τους πελαργούς στο καμπαναριό, τον Γαλαγάλα
στην στροφή της Καρδίτσας, την γέφυρα του Πηνειού που σηματοδοτούσε την είσοδο
στον νομό Τρικάλων.
Σήμερα λοιπόν, που δεν είδαμε τίποτα από τα παραπάνω, και παρόλο που ποτέ δεν φανταζόμασταν ότι θα τα νοσταλγούσαμε, λίγο - πολύ όλα αυτά τα μέρη ήταν μια ενόχληση, μια αγγαρεία μέχρι να βγούμε στην Φάρμα ή μεταγενέστερα στην Πύλη και να χαιρετήσουμε το τείχος της Πίνδου, σήμερα που συνειδητοποιήσαμε ότι δύσκολα θα αποφασίσουμε να πάμε ξανά από τον παλιό δρόμο, λυπηθήκαμε. Γιατί είναι κι αυτός ο δρόμος σημάδι ότι η ζωή προχωρά, αφήνοντας για πάντα πίσω όλους αυτούς που οδηγούσαν τους Σκαραβαίους, τις Koρτίνες και τα Καντέτ, με ανοιχτά παράθυρα και μέγιστη ταχύτητα 80 χιλιόμετρα/ώρα, που περίμεναν την μια και μοναδική εβδομάδα ανάπαυλας στα πάτρια, που γέμιζαν πορτ – μπαγκάζ και καθίσματα με όλα τα χρειαζούμενα και τα περιττά για να μην λείψει τίποτα από την οικογένεια...
Πληροφορίες για τον αυτοκινητόδρομο Κεντρικής Ελλάδος εδώ.
Τζούρτζια, Αύγουστος 2018